Αίτημα για τη διεκδίκηση της δημιουργίας ξεχωριστής Π.Ε. στο βόρειο κομμάτι του Έβρου εξέδωσε η σχετική κίνηση.
Το αίτημα αυτό αποτελεί μια φυσική εξέλιξη της γεωγραφικής και διοικητικής ιδιαιτερότητας του Ν. Έβρου ως λύση εξόδου του Βορείου Έβρου από την απομόνωσή του.
Στόχο έχει να ανακόψει την συρρίκνωση της περιοχής και να την επαναφέρει σε αναπτυξιακή τροχιά μετά από πολλά χρόνια ύφεσης και οικονομικής απομόνωσης.
Για εμάς που γεννηθήκαμε, μεγαλώσαμε, δραστηριοποιούμαστε εδώ, είναι τόσο αυτονόητο το αίτημα που αναρωτιόμαστε γιατί η πολιτεία δεν το έχει υλοποιήσει ακόμη, αφού μόνο θετικά προκύπτουν με τη δημιουργία της Περιφερειακής Ενότητας Βορείου Έβρου:
- Αρχικά, θα δημιουργηθεί μία θετική επίδραση στην ψυχολογία των κατοίκων βλέποντας ότι το κεντρικό κράτος αναγνωρίζει την περιοχή ως ισότιμη με τις υπόλοιπες περιοχές στην Ελλάδα, επενδύοντας στην διοικητική ανάταξή της και στη στελέχωση υπηρεσιών.
- Ως ανεξάρτητη Περιφερειακή Ενότητα θα έχει ισχυρή φωνή για να θέσει ένα άλλο πλαίσιο διεκδίκησης, διαφορετικό από αυτό που αρμόζει στο νότιο τμήμα του νομού. Για παράδειγμα το μεταφορικό ισοδύναμο, ένταξη πιθανόν στις περιοχές με ειδικά μειονεκτήματα, μειωμένο ΦΠΑ, αυξημένα κίνητρα στον αναπτυξιακό νόμο, ειδικά αναπτυξιακά προγράμματα για τον γεωργοκτηνοτροφικό τομέα, χαμηλότοκα δάνεια για εγκατάσταση νοικοκυριών (το μόνο προτεινόμενο μέτρο για την περιοχή από την Διακομματική Επιτροπή για τη Θράκη) ηλεκτροκίνηση σιδηροδρομικής γραμμής και σύνδεση με το αεροδρόμιο και την Βουλγαρία κτλ – ο κατάλογος είναι απεριόριστος.
- Η νέα έδρα οφείλει να πλαισιωθεί με επιτελικές υπηρεσίες: πχ Διεύθυνση Τεχνικών Έργων, Ανάπτυξης, Υγείας, Εκπαίδευσης κτλ. Οι νέες υπηρεσίες επιβάλλεται με νέες προσλήψεις ή την κατάλληλη κινητροδότηση να στελεχωθούν με νέο εξειδικευμένο προσωπικό, με όλα τα οφέλη που αυτό συνεπάγεται.
- Η ύπαρξη αυτών των υπηρεσιών είναι βέβαιο πως θα λειτουργούσε ως παράγοντας προσέλκυσης επιχειρήσεων και επαγγελματιών.
- Έχοντας ως δεδομένο πως η Αλεξανδρούπολη είναι ένα υπερτοπικό κέντρο της ΑΜΘ και ο Βόρειος Έβρος είναι η ενδοχώρα της, είναι βέβαιο πως η ενδυνάμωση της ενδοχώρας μόνο να ωφελήσει μπορεί και το κέντρο.
Ο Βόρειος Έβρος πληροί τις προδιαγραφές
για να γίνει Περιφερειακή Ενότητα
Πληθυσμιακά
Βλέποντας τα τελικά αποτελέσματα από την απογραφή του 2021, προκύπτει ότι ο πληθυσμός του Βορείου Έβρου (Δ. Ορεστιάδας και Δ. Διδυμοτείχου) είναι 52.320 κάτοικοι. Δηλαδή, παρά τη μείωση που υπέστη την τελευταία δεκαετία (-8.640 σε σχέση με την απογραφή του 2011), μπορεί να αποτελεί από μόνος του μία μέση Περιφερειακή Ενότητα της Ελλάδας, περίπου ίδιου πληθυσμού με την ΠΕ Πρέβεζας και πιο πάνω από τις ΠΕ Χίου, Φλωρίνης, Καστοριάς κ.α.
Γεωγραφικά
Είναι γνωστό ότι η ΠΕ Έβρου είναι η πιο επιμήκης της Ελλάδας, με σχεδόν 200 χλμ μήκος και την πρωτεύουσα στο νότιο άκρο της. Τα Πετρωτά π.χ. απέχουν από την πρωτεύουσα 165 χιλιόμετρα, ενώ το Ορμένιο απέχει 157 χιλιόμετρα. Για να επισκεφτεί ο κάτοικός τους μία υπηρεσία στην Αλεξανδρούπολη πρέπει με ιδιωτικό αυτοκίνητο να ταξιδέψει σχεδόν 2 ώρες. Με τα μέσα δε μαζικής μεταφοράς μπορεί και 2 μέρες διότι ως γνωστό δεν υπάρχει τακτική καθημερινή σύνδεση. Στις περισσότερες ΠΕ, όπως είναι λογικό, η πρωτεύουσα απέχει από το πιο απομακρυσμένο σημείο τους περίπου 50-60 χλμ. Συνεπώς με κανονική κεντροβαρική θεώρηση η ΠΕ Έβρου θα έπρεπε να έχει δύο κέντρα: την Αλεξανδρούπολη και την Ορεστιάδα. Αν συγκρίνουμε την έκταση του Βορείου Έβρου, είναι περίπου ίδια με αυτήν της ΠΕ. Ξάνθης.
Οικονομικά
Η οικονομική διάρθρωση του νοτίου τμήματος της ΠΕ Έβρου, είναι πολύ διαφορετική από το βόρειο τμήμα του. Στον νότο υπάρχει η Αλεξανδρούπολη που ανθεί. Κόμβος συγκοινωνιακός και ενεργειακός, με τουριστικές υποδομές, με διαφοροποιημένη οικονομία, είναι μια περιοχή που αποτελεί ελκυστικό προορισμό για επενδύσεις και με διαρκώς αυξανόμενο πληθυσμό. Αντίθετα, ο βορράς είναι μία περιοχή κατά βάση αγροτική, που διαθέτει τρία συνοριακά σημεία με χώρες φθηνές και με χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές. Ως αποτέλεσμα, η περιοχή αιμορραγεί οικονομικά, διοικητικά και πληθυσμιακά. Επομένως οι αναπτυξιακές πολιτικές που οφείλουν να εφαρμόζονται στο Βορρά πρέπει να είναι τελείως διαφορετικές από αυτές του Νότου, ενώ οι διεκδικήσεις πρέπει να είναι στοχευμένες σε εντελώς αντίθετα σημεία.
Εθνικά
Εθνικά θεωρούμε αυτονόητο πως όλος ο Έβρος και ακόμα περισσότερο ο Βόρειος Έβρος είναι μια περιοχή που το κεντρικό κράτος οφείλει να στηρίξει με κάθε μέσο, με σκοπό την συγκράτηση και αύξηση του πληθυσμού. Δεν χρειάζεται να αναπτύξουμε τα επιχειρήματά μας. Τα γεγονότα των τελευταίων χρόνων μιλούν από μόνα τους.
Ιστορικά
Είναι κοινή πεποίθηση πλέον πως δεν ζητείται “χάρη” από την Πολιτεία με τη δημιουργία ΠΕ Βορείου Έβρου. Αντίθετα, είναι ώρα για μια ιστορική αποκατάσταση, καθώς ανέκαθεν η περιοχή του Βορείου Έβρου αποτελούσε περιοχή με ξεχωριστά χαρακτηριστικά σε σχέση με τον υπόλοιπο Έβρο. Από το 1920, όταν η Αδριανούπολη εντάχθηκε στον εθνικό κορμό, η περιοχή του Βορείου Έβρου ανήκε διοικητικά στο νομό Αδριανούπολης. Με τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923, η περιοχή εντάχθηκε αναγκαστικά στον τότε νομό Έβρου που γεωγραφικά έφτανε ως το Διδυμότειχο, εφόσον η Αδριανούπολη μαζί με το προάστιό της Κάραγατς περνούσαν πλέον στην κυριότητα της Τουρκίας. Τότε στην περιοχή αυτή υπήρχαν μόνο ορισμένα χωριά και οικισμοί, σήμερα όμως που έχει αναπτυχθεί η Ορεστιάδα ως αστικό κέντρο, τα δεδομένα είναι εντελώς διαφορετικά. Είναι προφανές πως τώρα, αυτήν την επετειακή χρονιά που η πόλη συμπληρώνει τα 100 χρόνια από την ίδρυσή της, η Ελληνική Πολιτεία μπορεί να της αποδώσει τη θέση που της αξίζει ιστορικά αλλά και εθνικά.
Σύμφωνα, με όλα τα παραπάνω κριτήρια, η διοικητική διαίρεση είναι και εφικτή και λογική και επωφελής. Άλλωστε το ίδιο το κράτος, το είχε αντιληφθεί παλαιότερα και έφερε κατά καιρούς διάφορες υπηρεσίες στο βόρειο τμήμα του νομού που στην υπόλοιπη χώρα τις συναντάμε στις πρωτεύουσες των νομών και σπανιότερα σε άλλες μεγάλες πόλεις του ίδιου νομού. Η διοικητική αρχιτεκτονική του Καλλικράτη και οι μνημονιακές συγκεντρωτικού χαρακτήρα επιταγές, έφεραν την οικονομική, ψυχολογική και πληθυσμιακή κατάρρευση του Βορείου Έβρου. Συνδυαζόμενη δε με την συνεχιζόμενη οικονομική κρίση έφερε στην περιοχή την τέλεια καταιγίδα.
Παρ’ ότι κάποιοι αντιλαμβάνονται την πρόταση αυτή σαν διαχωρισμό, στην πραγματικότητα είναι το εντελώς αντίθετο: είναι συνένωση δυνάμεων δύο Δήμων, με διαφορετικό μέγεθος, αλλά σίγουρα με τα ίδια ακριβώς προβλήματα. Μια συμπόρευση που είναι η τελευταία λύση για την αναστροφή της κατάρρευσης της περιοχής. Μια τέτοια κίνηση όχι μόνο δεν είναι επιβλαβής, αλλά – με ελάχιστο δημοσιονομικό κόστος – θα έχει πολύπλευρα και πολύτιμα οφέλη.
Πρόκειται για πρακτικά εφαρμόσιμη λύση που θα ισχυροποιήσει μια εθνικά ευάλωτη περιοχή και θα ωφελήσει όχι μόνο το Βόρειο τμήμα του νομού Έβρου, αλλά ολόκληρη την Θράκη, ολόκληρη την Ελλάδα και τελικά ολόκληρη την Ευρώπη. Άλλωστε έχει αποδειχθεί περίτρανα τον τελευταίο καιρό η κρισιμότητα και σημασία της περιοχής μας στην ασφάλεια του συνόλου της ΕΕ.
Η πρόταση αυτή ασφαλώς και δεν είναι πανάκεια για τα προβλήματα της περιοχής. Δημιουργεί όμως εκείνο το θεσμικό πλαίσιο που οδηγεί στην σταδιακή αποκατάσταση των υφιστάμενων αδικιών. Και κυρίως δίνει ένα έμπρακτο σημάδι σε μας, τους ακρίτες, ότι η πατρίδα είναι δίπλα μας, αφουγκράζεται τις ανησυχίες μας, πράγμα αρκετό για να συγκρατήσει την κατάρρευση.
Παράλληλα, η Περιφερειακή Ενότητα θα απελευθερώσει τις δημιουργικές δυνάμεις μας από την διαρκή διεκδίκηση του αυτονόητου, που στερούμαστε απλώς και μόνο γιατί επιμένουμε να ζούμε στον ΒΟΡΕΙΟ ΕΒΡΟ.