Του Δημοσθένη Π. Δούκα.
Το βραβείο μυθιστορήματος στα λογοτεχνικά βραβεία του 2023 απονεμήθηκε στη Γεωργία Συλλαίου για το μυθιστόρημα της “Ο δικός της καθρέφτης” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.
Βρισκόμαστε «στην πόλη των δύο “φ”, στην πόλη των φαντασμάτων και των φαντάρων», στην Αλεξανδρούπολη. Στα περίχωρα της πόλης, σε δυο μονοκατοικίες με κήπο, χτισμένες αντικρυστά, ζουν οι δύο αδελφές Στέλλα και Ερμιόνη, και η ξαδέρφη τους η Νόρα. Οι δύο αδελφές χάνουν τους γονείς τους πολύ νωρίς και η κάθε μια, με τον χαρακτήρα και την ιδιοσυγκρασία της, αντιμετωπίζει με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο την απώλεια, μα και κάθε γεγονός στη μετέπειτα ζωή τους.
Η Ερμιόνη, απόμακρη και εσωστρεφής, βιώνει τραυματικά τον θάνατο των γονιών, αλλά δεν εκτονώνει τη θλίψη και τον πόνο της. Προτιμά να μην δείχνει το πώς νιώθει, καταφεύγει σε μια προκλητική σιωπή, δεν εκφράζει τις επιθυμίες της, περιμένει από τους άλλους να μαντέψουν τις ανάγκες της και είναι ευτυχισμένη τις φορές που αυτό –ίσως τυχαία– πραγματοποιείται. Ζηλεύει τη μικρή της αδελφή για τον τρόπο που λειτουργεί, για το πώς απολαμβάνει τα απλά πράγματα, για το πώς διεκδικεί το μερίδιό της από το κάθε τι. Η Ερμιόνη συνειδητοποιεί πολύ νωρίς την ανάγκη της να απομακρυνθεί από τον κύκλο των συγγενών και το καταφέρνει.
Στην απομακρυσμένη γειτονιά της Αλεξανδρούπολης, ένα πρωινό ο πατέρας-αρχηγός της οικογένειας βρίσκεται νεκρός στην αυλή, κύριο μέλημα των συγγενών θα είναι η απόκρυψη των συνθηκών του θανάτου του, όπως και η συγκάλυψη του επαίσχυντου μυστικού που τον προκάλεσε. Δύο γυναίκες, ανιψιές του νεκρού, καταφέρνουν να δραπετεύσουν από τον οικογενειακό κλοιό και διηγούνται παράλληλα με τη δική τους ιστορία, τη σχέση τους με την κόρη του νεκρού θείου τους, τη Νόρα.
Η Νόρα, ευφυής και ασταθής ψυχικά, είναι το κύριο πρόσωπο της ιστορίας. Γίνεται αντικείμενο λατρείας και διεκδίκησης των δύο γυναικών που αφηγούνται τα γεγονότα, δίνοντας η καθεμιά τη δική της εκδοχή. Ο καθρέφτης είναι ο τρόπος που χρησιμοποιούν για να διηγηθούν και, ταυτόχρονα, να προστατευτούν από μια αμφιλεγόμενη αλήθεια, από τον τρόμο και από την πρόσωπο με πρόσωπο αντιμετώπιση της πραγματικότητας. Όπως ο Περσέας, χρησιμοποιούν τον καθρέφτη ως μέσο για να αντικρίσουν τα γεγονότα και την κατά κράτος επικράτηση του κακού χωρίς να μαρμαρώσουν. Οι έννοιες της δικαιοσύνης, της τιμωρίας, της συγχώρεσης και της εξιλέωσης παραμένουν μετέωρες. Ο καθρέφτης, ανάλογα με τη γωνία που τον κοιτάς, αντανακλά κάθε φορά μια διαφορετική εικόνα.
Τρεις γυναίκες, τρεις χώρες, τρεις πόλεις. (Ελλάδα, Ιταλία και Σουηδία). Μέσα στο σκοτεινό πλαίσιο της αφήγησης, κινούνται και τρία φωτεινά πρόσωπα: Ένας νεαρός αγρότης από την Αλεξανδρούπολη, μια μετανάστρια από τη Ρωσία και μια Ιταλίδα καθηγήτρια. Τρεις γυναίκες από την παιδική τους ηλικία μέχρι την ενηλικίωση, δύο εκδοχές της πραγματικότητας και μία ακόμα, αυτή της Νόρας, που δεν υπάρχει πουθενά. Ο δικός της καθρέφτης μένει σιωπηλός μέχρι το τέλος.
Η ΧριστίναΜουκούλη έγραψε ότι πρόκειται για «μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία για την κακοποίηση και τις συνέπειές της στην ενήλικη ζωή των θυμάτων, για τη συγχώρεση και τη λύτρωση από την ενοχή, για τη δικαιοσύνη και την τιμωρία, για την αλήθεια που ποτέ δεν έχει μόνο μία όψη, για την συγκάλυψη και την παραδοχή, για τις οικογένειες με ρόλο κακοποιητικό σωματικά και ψυχικά, για τις πληγές που δεν επουλώνονται»
Σε συνέντευξη της η Γ.Συλλαίου είπε τα εξής για το βιβλίο της:
<<Τι ακριβώς είναι το βιβλίο «Ο δικός της καθρέφτης»
~Είναι η ιστορία τριών γυναικών από την παιδική τους ηλικία μέχρι την ενηλικίωση. Πρόκειται για δύο αδερφές και την εξαδέλφη τους την Νόρα που είναι και το κύριο πρόσωπο της ιστορίας. Κάθε κοπέλα «εκπροσωπεί» και μία πόλη. Τα κορίτσια γεννιούνται και μεγαλώνουν στην Αλεξανδρούπολη. Οι δύο αδερφές, πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, διεκδικούν την Νόρα η οποία είναι μια ευφυής γυναίκα που από παιδί ήταν πολύ ξεχωριστή και ιδιαίτερη, αλλά και ασταθής ψυχικά. Υπάρχει επίσης ο πατέρας της Νόρας, ο οποίος κατά κάποιο τρόπο είναι ο πατέρας – αφέντης και ασκεί βία σε όλη την οικογένεια, στη γυναίκα του, την κόρη του, στο περιβάλλον του… Υπάρχει όμως και ένα σκοτεινό μυστικό, αφού αυτός ο πατέρας κάποια στιγμή βρίσκεται νεκρός στη αυλή. Το κύριο μέλημα των
συγγενών είναι να αποκρύψουν τις συνθήκες θανάτου αλλά και το μυστικό το οποίο τελικά
είναι επαίσχυντο..
Χρησιμοποιείτε στο βιβλίο τρεις καθρέφτες. Τι συμβολίζουν στην ιστορία σας;
~Αρχικά να πούμε ότι το βιβλίο χωρίζεται σε δύο ενότητες. Στην «Εικόνα» και στο «Ράγισμα». Στην εικόνα παρουσιάζονται όλα τα πρόσωπα και τα γεγονότα. Στο ράγισμα επιταχύνεται η δράση και φτάνουμε σε ένα τέλος χωρίς κάθαρση. Η διήγηση στο βιβλίο, γίνεται σε πρώτο πρόσωπο, από τις δύο αδερφές οι οποίες μιλάνε στους καθρέφτες. Στον πρώτο μιλάει η μία και στον άλλο η δεύτερη. Παράλληλα με τη δική τους ιστορία, διηγούνται και τη σχέση τους με την Νόρα. Ο λόγος που χρησιμοποιούν τον καθρέφτη, είναι ότι όπως ακριβώς ο Περσέας για να μη μαρμαρώσει βλέποντας το κακό, κοίταξε τη Μέδουσα μέσα από τον καθρέφτη, το ίδιο κάνουν και τα κορίτσια για να μπορέσουν να διηγηθούν την ιστορία αυτή στην οποία επικρατεί τελικά απολύτως το κακό. Δεν υπάρχει λύτρωση, υπάρχει ένα έγκλημα. Υπάρχουν ενοχές και δεν υπάρχει εξιλέωση, συγχώρεση, κάθαρση. Η Νόρα δεν εμφανίζεται πουθενά σε πρώτο πρόσωπο να μιλάει. Ο δικός της καθρέφτης είναι αυτός που παραμένει σκοτεινός μέχρι το τέλος. Δε ξέρουμε δηλαδή τη δική της εκδοχή στην αλήθεια και στην πραγματικότητα..
Στο βιβλίο αναφέρεστε στην κακοποίηση που είναι και ιδιαίτερα επίκαιρη αυτόν τον καιρό.
~Δυστυχώς… Και να φανταστείτε ότι το ξεκίνησα αυτό το βιβλίο πριν από τρία χρόνια. Όταν το ολοκλήρωσα, άρχισαν να βγαίνουν «στη φόρα» όλα αυτά τα φρικαλέα πράγματα και λέω, δεν είναι δυνατόν! Σίγουρα ξέραμε πάντα ότι γίνονται φρικτά πράγματα πίσω από κλειστές πόρτες και σε μικρότερες κοινωνίες αλλά και στις μεγάλες πόλεις, δε ξέρεις τι γίνεται στην παραδίπλα πολυκατοικία, ούτε καν στον κάτω όροφο ή στο δίπλα διαμέρισμα καλά καλά. Είναι τρομακτικό να σκεφτείς όλη αυτή τη βία και που δεν τολμάει αυτός που ξέρει. Αυτό το αναφέρω και στο βιβλίο, γιατί φυσικά ξέρουν πάρα πολλοί τι συμβαίνει.
Επέλεξα λοιπόν τρεις πόλεις, την Αλεξανδρούπολη, την Στοκχόλμη και το Ρούβο Ντι Πούλια της Ιταλίας επειδή τις ήξερα, έχω ζήσει εκεί μεγάλα ή μικρά διαστήματα. Φυσικά, όπως γράφω, κάθε ομοιότητα με τα γεγονότα είναι συμπωματική και αυτά θα μπορούσαν να έχουν συμβεί σε οποιαδήποτε πόλη..
~Ένα μόνο θα πω ακόμη και με αυτό θα κλείσω: ο πόνος που μένει ανείπωτος, που δεν κραυγάζεται, που δεν ιστορείται, είναι πέρα για πέρα πραγματικός. Ο αληθινός πόνος δεν σου αφήνει το κουράγιο να μιλήσεις, σε αφήνει άλαλο, γι’ αυτό και τα τόσα βουβά θύματα. Ο δικός της καθρέφτης της Γεωργίας Συλλαίου είναι ένα αριστούργημα γιατί πραγματεύεται αυτόν ακριβώς τον πόνο, στους όρους που ο ίδιος επιβάλλει. Chapeau.>>
Η Γεωργία Συλλαίου γεννήθηκε το 1962 στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε κλασική μουσική και τραγούδι στo Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης και, ακολούθως, σύγχρονα μουσικά ρεύματα και θέατρο στην Αυστρία, στη Γερμανία και στην Ολλανδία. Έχει δημοσιεύσει λογοτεχνικά κείμενα στα περιοδικά “Εντευκτήριο”, “Δέκατα”, “Πανδώρα”, “Ένεκεν”, “Jazz & τζαζ”, “Θεσσαλονικέων Πόλις”, “Αναγνώστης”, κ.ά.
Έχει συμμετάσχει σε πολλά διεθνή φεστιβάλ μουσικής και έχουν εκδοθεί δώδεκα προσωπικά της CD. Το πρώτο της βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων “Στο ακρωτήρι”
(Εκδόσεις Οδός Πανός), κυκλοφόρησε το 2012.