Ρουμάνοι, Βούλγαροι και Τούρκοι συρρέουν στην πρωτεύουσα του Έβρου, την Αλεξανδρούπολη και κάνουν sold out τα ενοικιαζόμενα διαμερίσματα βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Ρεπορτάζ: Φιλίππα Βλαστού
Ανέκαθεν, η Αλεξανδρούπολη έχοντας τη θάλασσα να αγκαλιάζει το νότιο τμήμα της ήταν ιδανικός προορισμός για τους θερινούς μήνες για τους κατοίκους της Κομοτηνής, του βόρειου Έβρου και Ελλήνων μεταναστών της Γερμανίας που επέστρεφαν στον τόπο τους για να δουν τις οικογένειες τους και ταυτόχρονα να περάσουν το καλοκαίρι τους δίπλα στη θάλασσα.
Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης που έζησε η Ελλάδα την περασμένη δεκαετία Ρουμάνοι, Βούλγαροι και Τούρκοι (εκτός από το διάστημα του πραξικοπήματος το 2016 στην Τουρκία) τουρίστες άρχισαν να αυξάνονται στην Αλεξανδρούπολη δίνοντας σημαντική πνοή στην οικονομική κίνηση της πόλης.
Από το 2015
Όσος αυξάνονταν οι τουρίστες, αυξάνονταν και οι ανάγκες για κλίνες. Τα πρώτα ενοικιαζόμενα σπίτια βραχυχρόνιας μίσθωσης στην Αλεξανδρούπολη άρχισαν να εμφανίζονται από το 2015. «Η Αλεξανδρούπολη ήταν από τις πρώτες πόλεις που λειτούργησαν τέτοιου τύπου καταλύματα. Αφενός γιατί είχαμε χιλιάδες επισκέπτες του Σαββατοκύριακου, και αφετέρου γιατί αρκετοί τουρίστες, κυρίως οικογένειες, δεν είχαν πολλά χρήματα για να διαθέσουν σε ένα ξενοδοχείο, οπότε έβρισκαν τα σπίτια βραχυχρόνιας μίσθωσης ως μια πιο οικονομική λύση», αναφέρει στην Karfitsa ο μεσίτης Μάκης Δονάκης, ο οποίος έχει μακροχρόνια εμπειρία στο μεσιτικό κλάδο.
Ντόπιοι οικοδεσπότες
Τα επόμενα χρόνια που ακολούθησαν σημειώθηκε ραγδαία αύξηση στα καταλύματα αυτά. Τα στοιχεία, σύμφωνα με τον κ. Δονάκη, αναφέρουν ότι στην περιοχή λειτουργούν 1.000 με 1.200 καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, των οποίων οι περισσότεροι διαχειριστές είναι κάτοικοι και τα ενοικιάζουν περιστασιακά ή μέσα από πλατφόρμες. Η ζήτηση από ενοικιαστές είναι τόσο μεγάλη που γίνονται ανάρπαστα με αποτέλεσμα παραθεριστές να βρίσκουν ακόμη και σε πιο κοντινές περιοχές σπίτια για να νοικιάσουν, όπως στην Κομοτηνή. Οικογένειες από Ρουμανία και Βουλγαρία επισκέπτονται όχι μόνο για τουρισμό, αλλά και παραθερισμό ενοικιάζοντας κατοικίες για ένα μήνα, περιγράφει ο κ. Δονάκης. «Υπάρχουν περιπτώσεις τουριστών από αυτές τις χώρες που έρχονται, τους αρέσει τόσο πολύ η Αλεξανδρούπολη, που αποφασίζουν να αγοράσουν κατοικία».
Τα τελευταία δυο-τρία χρόνια κάτοικοι επενδύουν σε βραχυχρόνια καταλύματα, είτε σε μικρά διαμερίσματα, είτε σε μεγάλα. «Το 95% των επενδυτών είναι ντόπιος πληθυσμός ο οποίος επενδύει σε σπίτια ανακαινίζοντας παλαιότερα ή χτίζοντας νέα. Έχουν ένα διαμέρισμα που το νοικιάζουν βγάζοντας ένα έξτρα ποσό στο εισόδημα τους, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις κατοίκων που φτιάχνουν εταιρείες με 15-20 σπίτια και βιοπορίζονται μόνο από αυτό», υπογραμμίζει ο μεσίτης.
Ανάγκη για νέες κατοικίες
Η μετατροπή κατοικιών σε βραχυχρόνια μίσθωση έχει μειώσει τα σπίτια που είναι προς μακροχρόνια ενοικίαση. Σε αυτό όμως, όπως εξηγεί ο κ. Δονάκης, δεν έχει υπαιτιότητα ο τύπος χρήσης τους αλλά ότι «δεν κτίζονται νέες κατοικίες, γιατί είναι ακριβά τα οικόπεδα. Αν και έχει γίνει επέκταση εδώ και 20 χρόνια, δεν έχει εφαρμοστεί το σχέδιο πόλης. Αν εφαρμοστεί είναι δεδομένο ότι θα υπάρξουν επενδύσεις σε νέες κατοικίες. Επιπλέον, την προηγούμενη δεκαετία, λόγω της κρίσης, δεν υπήρξε μεγάλη ανοικοδόμηση».
«Δεν θέλουν την ανάπτυξη»
«Ακούω που λένε μερικοί ‘’να χτυπήσουμε τα Airbnb, για να έχουμε φτηνά σπίτια’’. Αυτό όμως ισούται με το να χτυπήσουμε την βιομηχανία της χώρας μας που είναι ο τουρισμός. Είναι σαν πηγαίνω στη Γερμανία και να απαιτώ ‘’να σταματήσουν να φτιάχνουν ωραία και μεγάλα αυτοκίνητα, γιατί κάποιοι άνθρωποι δεν μπορούν να τα αγοράσουν’’», σχολιάζει ο κ. Δονάκης σχετικά με τις αντιδράσεις που υπάρχουν κατά των βραχυχρόνιων κατοικιών προσθέτοντας πως «υπάρχουν άνθρωποι που δεν θέλουν την ανάπτυξη».
Σύμφωνα με τον ίδιο, θα πρέπει να βρεθεί μια διαφορετική λύση, ώστε οι πολίτες να μπορούν να βρίσκουν εύκολα κατοικίες, τονίζοντας πως το πρόγραμμα δανείων «Σπίτι μου» που είχε εφαρμόσει η κυβέρνηση και αφορούσε στη χορήγηση χαμηλότοκων ή άτοκων στεγαστικών δανείων προς νέους/νέες και νέα ζευγάρια, για αγορά πρώτης κατοικίας ήταν μια λύση που βοήθησε αρκετά. «Πωλήθηκαν αρκετά σπίτια, κάποια ίσως και λίγο ακριβότερα, αλλά βοήθησε αρκετό κόσμο. Πρέπει να συνεχιστεί», καταλήγει.
Πηγή: karfitsa.gr